Η μεγάλη έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης κατόρθωσε να κάνει προσιτό στο κοινό το σχεδιαστικό έργο του Ερνέστου Τσίλλερ
Του Αλεξανδρου Παπαγεωργιου - Βενετα*
Σε σύγκριση με την προβολή που απολαμβάνουν οι εικαστικές τέχνες, το θέατρο και η μουσική δημιουργία στη δημοσιότητα του νεοελληνικού βίου, η κριτική παρουσίαση των επιτευγμάτων της αρχιτεκτονικής και της πολεοδομίας της νεωτέρας Ελλάδος είναι μάλλον ισχνή και η επίγνωση της σημασίας των στη συνείδηση του κοινού έως και ανύπαρκτη. Το γεγονός αυτό ξενίζει ιδιαίτερα δεδομένου ότι απ’ όλες τις τέχνες, η αρχιτεκτονική είναι εκείνη που έχει καίρια επίδραση στην ποιότητα του χώρου της ζωής μας και θα έπρεπε να προσελκύει το άμεσο κριτικό ενδιαφέρον μας. Και όμως, η ιστορία της νεοελληνικής αρχιτεκτονικής, οι βιογραφίες των σημαντικών δημιουργών, η κριτική ανάλυση των μνημειακών δημοσίων κτιρίων, αλλά και η εξέλιξη της αστικής αρχιτεκτονικής γενικότερα, είναι θέματα που σποραδικά μόνο έχουν θιγεί από την επιστημονική έρευνα και παραμένουν πάντως αντικείμενο ενδιαφέροντος ενός περιορισμένου μόνο κύκλου ερευνητών.
Κατά το πρόσφατο παρελθόν, τα Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη ανέλαβαν τη θετική πρωτοβουλία να παρουσιάσουν το έργο ζώντων καταξιωμένων Ελλήνων αρχιτεκτόνων σε άρτια οργανωμένες αναδρομικές εκθέσεις. Τα παλαιότερα έργα του κλασικισμού που κυριάρχησε στην Ελλάδα για σχεδόν έναν αιώνα, αλλά και της πρωτοπορίας του μοντερνισμού του Μεσοπολέμου, που συνηθίσαμε να χαρακτηρίζουμε ως αρχιτεκτονική του Bauhaus (Μπαουχάουζ), έχουν ωστόσο ελάχιστα προβληθεί μέχρι σήμερα, αν και αποτελούν το ιστορικό υπόβαθρο του αστικού μας περιβάλλοντος.
Κλείνει τις πύλες της
Η μεγάλη έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης (που ύστερα από τρίμηνη παρουσίαση κλείνει τις πύλες της αυτές τις ημέρες) για τη ζωή και το έργο του Ερνέστου Τσίλλερ (Ernst Ziller), του παραγωγικότερου αρχιτέκτονα του όψιμου ελληνικού κλασικισμού, κατόρθωσε να κάνει προσιτή για πρώτη φορά τη θεματική της αρχιτεκτονικής δημιουργίας σε βάθος χρόνου, σε ένα ευρύτερο κοινό.
Η έκθεση Τσίλλερ απετέλεσε σπάνια επιτυχία και δημιουργεί καλές ελπίδες. Το εγχείρημα είναι επιτυχές, διότι ο τρόπος εκθέσεως δεν ήταν μόνο εικαστικά αρμονικός, αλλά και εγκυκλοπαιδικά διδακτικός: Η μουσειογραφική «σκηνοθέτηση» των εκθεμάτων κατόρθωσε να δημιουργήσει έναν ιστορικό «μικρόκοσμο», στον οποίον τόσον ο ειδικός γνώστης, όσο και ο ανυποψίαστος επισκέπτης μπορούσε να περιδιαβάσει με ενδιαφέρον και κυρίως με χαρά.
Η έκθεση περιορίσθηκε αυστηρά στο σχεδιαστικό έργο του αρχιτέκτονα, αποκλείοντας τη «διάνθηση» των εκθεμάτων με φωτογραφίες ή και προπλάσματα των κτιρίων. Η απόφαση να προβληθούν μόνο τα σχέδια ήταν τολμηρή: Αφ’ ενός τονίζεται έτσι η ιστορικότητα και αναδεικνύεται η σχεδιαστική δεινότητα του αρχιτέκτονος, αφ’ ετέρου όμως κάνει πιο δύσκολη την πρόσληψη των εκθεμάτων από το ευρύ κοινό που δεν είναι εξοικειωμένο με την «ανάγνωση» αρχιτεκτονικών σχεδίων. Επρεπε, λοιπόν, η λιτή και συνεπής παρουσίαση των 450 αρχιτεκτονικών σχεδίων, και μόνον, που υποβάλλουν με την εικαστική τους ποιότητα, να μη λειτουργήσει ανασταλτικά για την αποδοχή του Τσίλλερ από το αθηναϊκό κοινό. Μια άλλη δυσκολία προέκυπτε και από την εξαιρετικά ευαίσθητη στο φως φύση των υδατογραφιών (σχεδίων) που συνήθως εκτίθενται σε μικρούς χώρους (cabinets) με ειδικό φωτισμό και δεν προσφέρονται στην έκθεσή τους σε μεγάλους χώρους με διάχυτο φωτισμό.
Με τη μουσειολογική λύση που δόθηκε (τον καθορισμό δηλαδή του περιεχομένου και του είδους των εκθεμάτων αλλά και του φωτισμού τους), καθώς και με τη μουσειογραφική εργασία (τον τρόπο παρουσίασης των εκθεμάτων) που την υποστήριξε, κατορθώθηκε μια ευρηματική διάταξη που υπηρέτησε άριστα τόσο την προστασία των πολυτίμων τεκμηρίων–εκθεμάτων, όσο και την κατάλληλη προβολή τους: στους χώρους της Πινακοθήκης δημιουργήθηκαν δύο επάλληλες, συγκεντρικές διαδρομές επισκέψεως. Μεγάλα πανό εγχρώμων μεγεθύνσεων χαρακτηριστικών σχεδίων (προσόψεις δημοσίων κτιρίων) του Τσίλλερ, δημιουργούν ένα πρώτο οπτικό επίπεδο που υποβάλλει την οιονεί αίσθηση ενός αφαιρετικού αστικού χώρου, οικείου στον επισκέπτη. Τα πανό αυτά λειτουργούν ως «οπτικά δολώματα» (eye catchers τα ονομάζουν προσφυώς οι Αμερικανοί) που θέλγουν και εντυπωσιάζουν τον θεατή και του προκαλούν την περιέργεια για μια περαιτέρω εξερεύνηση του χώρου της εκθέσεως. Σε δεύτερο οπτικό επίπεδο αναπτύσσεται πίσω από τα πανό, και προστατευόμενη από αυτά, η διαδρομή επισκέψεως των σχεδίων - υδατογραφιών του Τσίλλερ, σε χαμηλό φωτισμό και σε περιβάλλον συγκέντρωσης και εκ του πλησίον μελέτης των πρωτοτύπων εκθεμάτων.
Ευρηματική λύση
Εντυπωσιάζουσα δημοσιότης και μελετηρή συγκέντρωση βιούνται παραλλήλως και δρουν συμπληρωματικώς. Η έκθεση γίνεται έτσι προσιτή για όλους, στον καθένα ανάλογα με την προπαίδεια και τις δυνάμεις του. Η πρωτότυπη και ευρηματική αυτή λύση οφείλεται στο γεγονός ότι στον επαγγελματικό χώρο της τεχνικής των εκθέσεων, που βρίθει από αυθαιρεσίες και επιπολαιότητες, έδρασε αυτήν τη φορά ένας εξειδικευμένος επιστήμων, ο συνάδελφος αρχιτέκτων Βασίλειος Κολώνας, μαθητής του ιδρυτού της μουσειολογίας Georges - Henri Rivire. Ο Κολώνας, καθηγητής σήμερα στο αρχιτεκτονικό τμήμα του Πανεπιστημίου του Βόλου, έχει σπουδάσει και ασκήσει τη μουσειολογία και μουσειογραφία, μη αρκούμενος στη συνήθη δήλωση μιας υποθετικής ειδικότητος. Δεν αληθεύει δηλαδή στην περίπτωσή του το καυστικό απόφθεγμα του Γιάννη Τσαρούχη: «Στην Ελλάδα, αγαπητέ μου, ό,τι δηλώσεις, είσαι». Ο Κολώνας δεν δηλώνει, είναι, και μας δείχνει έναν δρόμο βατό για να φέρουμε τη νεοελληνική αρχιτεκτονική κοντά στους αποδέκτες της, τους νεοέλληνες.
Συγχαρητήρια λοιπόν στη διευθύντρια της Πινακοθήκης κ. Λαμπράκη - Πλάκα, που απετόλμησε την οργάνωση μιας μεγάλης έκθεσης ιστορικής αρχιτεκτονικής, στην επιμελήτρια της εκθέσεως κ. Μαριλένα Κασιμάτη, που είχε τη γενεσιουργό ιδέα της και στον κ. Κολώνα και τον συνεργάτη του Διονύση Τσάση, που την πραγμάτωσαν επιτυχώς. Και ας μην ξεχάσουμε να μνημονεύσουμε εδώ και τον ωραίο και πολύ κατατοπιστικό κατάλογο της εκθέσεως, για τον οποίο εργάσθηκε μια πλειάδα από αξίους συναδέλφους, και ο οποίος εξαντλήθηκε ήδη. Την έκθεση επισκέφθηκαν περί τους εβδομήντα χιλιάδες φιλότεχνοι, πλήθος επισκεπτών που ενθαρρύνει για ανάλογα εγχειρήματα και εις το μέλλον.
* Ο κ. Αλέξανδρος Παπαγεωργίου - Βενετάς είναι καθηγητής, αρχιτέκτων - πολεοδόμος και ιστορικός της πολεοδομίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου