Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Η απελευθέρωση του Αγίου Όρους το 1912



Το 2012 συμπληρώνονται 100 χρόνια από την απελευθέρωση όχι μόνο της Θεσσαλονίκης αλλά και του Αγίου Όρους. Το φθινόπωρο του 1912, οι Αγιορείτες μοναχοί πανηγύρισαν με κωδωνοκρουσίες και δοξολογίες την είσοδο των Ελλήνων στρατιωτών στα αθωνικά εδάφη, την αποχώρηση του εκπροσώπου του σουλτάνου και την οριστική ενσωμάτωση του Αγίου Όρους στην ελληνική Πολιτεία.
Το γεγονός έχει ιδιαίτερη ιστορική, εθνική, πολιτιστική και διορθόδοξη σημασία, γι’ αυτό και θα αποτελέσει επίκεντρο των εκδηλώσεων που προγραμματίζονται για το 2012 με την ευκαιρία… της εκατονταετηρίδας. Το πρόγραμμα του εορτασμού, που σχεδιάζεται από την Αγιορειτική Εστία, περιλαμβάνει συνέδριο, ερευνητικό έργο, εκδόσεις, εκθέσεις και άλλες εκδηλώσεις, που θα γίνουν κυρίως στη Θεσσαλονίκη αλλά και σε πόλεις του εξωτερικού.
Η έρευνα

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η επιστημονική έρευνα που στόχο έχει να αναδείξει μέσα από φωτογραφίες, έγγραφα και άλλα ντοκουμέντα άγνωστα δεδομένα της περιόδου αυτής. Η έρευνα θα διενεργηθεί ως το Νοέμβριο σε αρχεία του Αγίου Όρους, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, το Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας, καθώς και τα αρχεία του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, της Ι. Μητρόπολης Θεσσαλονίκης, του υπουργείου Εξωτερικών και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.
«Η απελευθέρωση του Αγίου Όρους αποτελεί ένα θέμα που έχει ερευνηθεί ελάχιστα και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε παραμένουν σχεδόν άγνωστες», λέει στον «ΑτΚ» ο ειδικός σύμβουλος της Αγιορετικής Εστίας, Δημήτρης Σαλπιστής. «Είναι ενδεικτικό ότι οι πληροφορίες που ήταν γνωστές ως σήμερα μιλούσαν για την άφιξη στη Δάφνη ενός από τα πολεμικά πλοία του ελληνικού στόλου, τα οποία περιπολούσαν το Αιγαίο και αυτή προσδιοριζόταν ως η στιγμή της απελευθέρωσης. Η έρευνα, όμως, που διεξάγουμε τώρα με θέμα το Άγιον Όρος στα χρόνια της απελευθέρωσης αποδεικνύει με ντοκουμέντα ότι είχαν προηγηθεί στρατιωτικά εθελοντικά σώματα προσκόπων, τα οποία είχαν σταλεί από την Αθήνα προς Βορρά, λίγο πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, με σκοπό να προετοιμάσουν το έδαφος ενδεχόμενων μαχών της εποχής εκείνης. Το σώμα που κινήθηκε ανατολικά μπήκε έπειτα από πολλές περιπέτειες στο Άγιον Όρος, σύμφωνα με κάποιες πηγές ήδη από τον Οκτώβριο, έφτασε στη Μονή Βατοπεδίου και εκεί πραγματοποιήθηκαν δοξολογίες, οι πρώτες εκδηλώσεις πανηγυρισμού της απελευθέρωσης που στη συνέχεια επεκτάθηκαν στο σύνολο της χερσονήσου, όταν τα ελληνικά στρατεύματα εισήλθαν στις Καρυές».
Φωτογραφικό υλικό


Στο εθελοντικό αυτό σώμα που πρώτο εισήλθε στο Άγιον Όρος μετείχε και ο πατέρας του αρχιτέκτονα, πρώην υπουργού και πρώην πρύτανη του ΑΠΘ Δημήτρη Φατούρου, στο αρχείο του οποίου βρέθηκε φωτογραφικό υλικό και αλληλογραφία, που αναδεικνύουν τις περιπέτειες του εθελοντικού σώματος, το οποίο ξεκίνησε από την Αθήνα για να φτάσει μέχρι το Άγιον Όρος.
Όπως εξηγεί ο κ. Σαλπιστής, η έρευνα που διεξάγεται θα καλύψει πολλές πτυχές της ζωής του Αγίου Όρους για την περίοδο αυτή προσφέροντας τη δυνατότητα όχι μόνο στον επιστημονικό κόσμο αλλά και στο ευρύτερο κοινό να γνωρίσει μία κρίσιμη αλλά εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίοδο της ζωής του Αγίου Όρους, καθώς στην περίοδο αυτή εξελίσσονται και οι διεθνείς αντιπαραθέσεις και συγκρούσεις για τον έλεγχο της μοναστικής πολιτείας. Πέρα από τις συνθήκες της απελευθέρωσης, στόχος της έρευνας είναι να αναδείξει και ζητήματα όπως η αλλαγή της θεσμικής οργάνωσης του Αγίου Όρους από την οθωμανική αυτοκρατορία στο ελληνικό βασίλειο και η θέση του Αθω στο επίκεντρο των διεθνών ανταγωνισμών, όπως εκδηλώθηκαν στο πλαίσιο των διεθνών συνεδρίων. Οι σχέσεις του Αγίου Όρους με τη Θεσσαλονίκη από τα τέλη του 19ου αιώνα ως το 1917, καθώς και η τέχνη, ο πνευματικός βίος και η μουσική στον Άθω αποτελούν επιμέρους θέματα.
Δυσβάσταχτη φορολογία

Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, το Άγιον Όρος κατάφερε να διατηρήσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ώστε να έχει στις Καρυές μόνον έναν εκπρόσωπο της αυτοκρατορίας. «Δεν υπήρχαν στρατεύματα κατοχής, οι Οθωμανοί ενδιαφέρθηκαν μόνο για την είσπραξη της φορολογίας, πώς θα φορολογούσαν τα μοναστήρια και τις περιουσίες τους και πώς θα αντιμετώπιζαν τα θέματα των μοναστηριακών μετοχιών και των δωρεών προς τα μοναστήρια», σημειώνει ο κ. Σαλπιστής. «Η φορολογία κάποια στιγμή έγινε δυσβάσταχτη, πολλά μετόχια καταλήφθηκαν από το σουλτάνο και πολλά, προκειμένου να επιβιώσουν, οδηγήθηκαν στην ανάγκη να δανείζονται. Ο δανεισμός οδήγησε τα μοναστήρια σε χρεοκοπία και τα τελευταία χρόνια πολλά ερημώθηκαν, εγκαταλείφθηκαν. Μόνο μετά το 18ο αιώνα, όταν εμφανίστηκαν οι ηγεμόνες της Μολδοβλαχίας και έγιναν νέοι κτήτορες, προστάτες, κατάφεραν τα μοναστήρια να επιβιώσουν για να φτάσουν στην απελευθέρωση υπό δύσκολες συνθήκες».
Το πρόγραμμα εορτασμού


Υπό τον τίτλο «Το Άγιον Όρος στα χρόνια της Απελευθέρωσης» σχεδιάζεται το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα του έτους 2012 της πράξης «Η μεγάλη πνευματική και πολιτιστική κληρονομιά του Αγίου Όρους», που έχει ενταχθεί και χρηματοδοτείται από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Μακεδονία – Θράκη» 2007-2013 της Ενδιάμεσης Διαχειριστικής Αρχής της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και Θράκης.
Περιλαμβάνει το Ζ’ Διεθνές Συνέδριο της Αγιορειτικής Εστίας, που θα διοργανωθεί στις αρχές του Νοεμβρίου του 2012 και τις παράλληλες εκδηλώσεις του (έκθεση, φωτοαναστατική έκδοση και άλλες εκδόσεις, πρακτικά συνεδρίου).
Η έκθεση με τίτλο «Το Άγιον Όρος των αρχών του 20ού αιώνα» θα φιλοξενηθεί στα μέσα Νοεμβρίου στην Αγιορετική Εστία, στη Θεσσαλονίκη, ενώ το 2013 θα ταξιδέψει στο Παρίσι. Οι επισκέπτες θα ταξιδέψουν στις αρχές του 20ού αιώνα, εποχή που χαρακτηρίζεται από το διεθνές ενδιαφέρον που συγκεντρώνει η Μοναστική Πολιτεία. Κράτη, ιδρύματα, φωτογράφοι, ερευνητές, στρατιωτικές αποστολές, Έλληνες και ξένοι επισκέπτες του Αγίου Όρους, καταγράφουν εντυπώσεις, φωτογραφίζουν και κινηματογραφούν τη ζωή, τις μονές, το περιβάλλον.
Τα έργα που θα παρουσιαστούν προέρχονται από σημαντικά αρχεία, όπως του Ιδρύματος Αλμπέρ Καν, του βυζαντινολόγου του Πανεπιστημίου της Σορβόνης Γκαμπριέλ Μιλέ, της Γαλλικής Στρατιωτικής Αποστολής, του Φρεντ Μπουασονά, του Δημήτρη Λαμπάκη, πρωτοπόρου και ανήσυχου αρχαιολόγου, ιδρυτή της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρίας, εμπνευστή του σημερινού Χριστιανικού και Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών. Η έκθεση θα περιλαμβάνει έργα από Θεσσαλονίκη και Άγιον Όρος, συμβολίζοντας και με τον τρόπο αυτόν τη στενή σχέση μεταξύ τους.
Μία ακόμη έκθεση που θα γίνει το 2012 έχει τίτλο «Από τη Θεσσαλονίκη στο Άγιον Όρος» και περιλαμβάνει έργα του Δημήτρη Χαρισιάδη. Θα παρουσιαστεί η συλλογή φωτογραφιών του για το Άγιον Όρος το 1947 στα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη που περιλαμβάνει 250 φωτογραφίες εξαιρετικού ενδιαφέροντος μιας κρίσιμης περιόδου. Η δημιουργική παρουσία του Δημήτρη Χαρισιάδη ξεκινά από το 1940 στο αλβανικό μέτωπο, όταν, ως έφεδρος αξιωματικός και επίσημος φωτογράφος του Στρατού, απαθανάτισε τη ζωή των στρατιωτών και την επέλαση της ελληνικής στρατιάς στη Βόρειο Ήπειρο. Στη συνέχεια κατέγραψε τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης στην Κατοχή, τα Δεκεμβριανά, τον Εμφύλιο, την οικονομική ανάκαμψη της χώρας, την εκβιομηχάνιση, την ανάπτυξη της ναυτιλίας.
Σειρά εκδηλώσεων


Παράλληλα, η Αγιορειτική Εστία συνεχίζει για ολόκληρο το 2012 με σειρά εκδηλώσεων το σταθερό ετήσιο προγραμματισμό της έρευνας και ανάδειξης του πνευματικού, πολιτιστικού, αρχιτεκτονικού και περιβαλλοντικού πλούτου του Αγίου Όρους.
Μεταξύ των εκθέσεων περιλαμβάνεται και αυτή του αγιογράφου Λουκά Ξενοφωντινού, έργα του οποίου κοσμούν το Καθολικό της Ιεράς Μονής Ξενοφώντος, το Καθολικό της Μονής Σίμωνος Πέτρας, την Τράπεζα της Μονής Ιβήρων, προσθέτοντας στην ιστορία της μνημειακής ζωγραφικής του Αγίου Όρους τη συνέχιση της πολύτιμης μαρτυρίας των μεγάλων δημιουργών.
Για την οργάνωση, το σχεδιασμό και την εποπτεία του συνόλου των δράσεων για τον εορτασμό του 2012, συγκροτήθηκε από το Δ.Σ. της Αγιορειτικής Εστίας, επιστημονική επιτροπή, τιμητική και άμισθη, αποτελούμενη από τον: πρόεδρο Κρίτωνα Χρυσοχοΐδη, Διευθυντή Βυζαντινών Ερευνών του ΕΙΕ και μέλη τους: γέροντα Νικόδημο Αγιοπαυλίτη, Φωκίωνα Κοτζαγεώργη, επ. καθηγητή Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ, Μίλτο Πολυβίου, δρ αρχιτέκτονα, Πλούταρχο Θεοχαρίδη, αρχτιτέκτονα ΥΠΠΟΤ και Ιωακείμ Παπάγγελο, δρ αρχαιολόγο.
Απόσπασμα του εθελοντικού σώματος που έφθασε στο Αγιον Όρος με σκοπό την απελευθέρωση του και εν συνεχεία την κίνηση του προς Θεσσαλονίκη από Ανατολάς. Δεύτερος εκ δεξιών ο Αργύρης Φατούρος,

πατέρας του Αρχιτέκτονα και πρώην Πρύτανη του Α.Π.Θ. Δημήτρη Φατούρου

Από την τελετή αναχώρησης των εκκλησιαστικών, πολιτικών και στρατιωτικών αρχών της Χαλκιδικής

από την Ι.Μ. Ιβήρων, λίγες ημέρες μετά την απελευθέρωση του Αγίου Όρους, 25 Νοεμβρίου 1912

Ένοπλοι Κελλιώτες Μοναχοί των Καρυών με χωροφύλακα. Αναμνηστική φωτογραφία μετά την απώθηση

του βουλγαρικού αποσπάσματος από την Ι.Μ. Ζωγράφου (Καρυές, 21 Ιουνίου 1913

φωτ. Στέφανος Ιερομόναχος, Αγιορείτικη Φωτοθήκη)

Μεταφορά προϊόντων στον ταρσανά της Ι.Μ. Αγίου Παύλου, Φρεντ Μπουασονά, 1928

Πηγή: Εφημερίδα ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Χρύσα Νάνου)

Αναδημοσίευση από: http://alexpolisonline.blogspot.com/

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Archimedes and his Burning Mirrors Michael Lahanas Αρχαία Ελληνικά όπλα : Τα καυστικά κάτοπτρα του Αρχιμήδη


Archimedes and his Burning Mirrors
Michael Lahanas
Αρχαία Ελληνικά όπλα : Τα καυστικά κάτοπτρα του Αρχιμήδη
Archimedes: Brennspiegel als Strahlenwaffen, Theorie und Praxis
STREPSiADES Have you ever seen a beautiful, transparent stone at the druggists', with which you may kindle fire?
SOCRATES You mean a crystal lens.
STREPSiADES That's right. Well, now if i placed myself with this stone in the sun and a long way off from the clerk, while he was writing out the conviction, i could make all the wax, upon which the words were written, melt.
Aristophanes 
420 BC, THE CLOUDS
Diocles in burning mirrors, late 2nd century BC, proved that the surface that reflects the rays from the Sun to a single point is a paraboloid of revolution. Constructions of such devices remained of interest as late as the 6th century AD, when Anthemius of Tralles, the architect of the Hagia Sophia at Constantinople, compiled a survey of remarkable mirror configurations.
According to Roman writers who chronicled the life of Archimedes, the mathematician was a devoted subject of Hiero ii, ruler of Syracuse, and spent part of his career designing and building weapons to defend Syracuse -- catapults, pulley hoists and levers for disabling enemy ships and siege towers. The ancient historians Polybius, Plutarch and Pliny the Elder all mention such inventions, although none was alive in Archimedes' lifetime. Some Greco-Roman historians also assert that during the Roman siege of Syracuse from 214 to 212 B.C., at the height of the Second Punic War, Archimedes used bronze mirrors to focus sunlight on Roman ships and set them on fire.
The Burning mirrors are mentioned by Lucian of Samosata and Galen. Anthemius of Tralles (474-534), the Architect of the Hagia Sophia, tells us that Archimedes used many mirrors. Johannes Zonaras in 1118 says that first Archimedes used the "iron Hand" against the ships and then he burned these with mirrors.
Proclus used a similar method in 514 against the ships of Vitellius. Fire was emitted from the mirrors that looked like a flash. Johannes Tzetzes says that hexagonal mirrors were used. Zonaras and Tzetzes used sources from Cassius Dio and Diodorus Siculus. Girolamo Cardano discussed the possibility of using spherical mirrors for ships in 1.5 km distance. Cardano proposed a mirror with only 1/60 of the total spherical perimeter that still is around 300 m!
When Marcellus withdrew them [his ships] a bow-shot, the old man [Archimedes] constructed a kind of hexagonal mirror, and at an interval proportionate to the size of the mirror he set similar small mirrors with four edges, moved by links and by a form of hinge, and made it the center of the sun's beams – its noon-tide beam, whether in summer or in mid-winter. Afterwards, when the beams were reflected in the mirror, a fearful kindling of fire was raised in the ships, and at the distance of a bow-shot he turned them into ashes. in this way did the old man prevail over Marcellus with his weapons. Johannes Tzetzes

Since sails were not used by the attacking ships it is at least necessary to set wood in fire by the mirrors.
is the story true? The following report by J. L. Hunt tells us that it is not unlikely even if it is not clear how the motion of ships is considered in the experiments by Buffon and others.
References
Lucian Samosata, Hippias.
Claudius Galen, De temperamentis.
Johannes Tzetzes, Chiliades.
Girolamo Cardano, De subtilitate
A Burning Question by J. L. Hunt
The Greek historian Lucian has recorded that during the siege of Syracuse, Archimedes constructed a burning glass" to set the Roman warships afire. The story has long been dismissed as fantasy and was particularly attacked by the French philosopher-mathematician Rene Decartes, who sought to discredit all claims from antiquity. This story was the subject of an interesting correspondence in the scientific journal Applied Optics in 1976 where arguments pro and con were advanced.
A.C. Claus of Loyola University in Chicago opened the argument by pointing out that a persistent problem with the story was how Archimedes was able to align many mirrors in an array to accomplish this feat. Claus provided a simple method by which this could be done quickly and efficiently by sighting along a stick attached to the mirror.
This letter prompted an immediate response from O.N. Stavroudis of the Optical Sciences Center, University of Arizona, who argued that Claus' explanation was unnecessary because the story was obviously false on physical principles. in support of this he argued that the instrument would have to have a long focal length which was variable, and to have an area sufficient to collect enough energy to do the job.
He calculated that a one foot mirror would provide only 2000 calories per minute even at 100 percent reflection and, argues Stavroudis, this will only raise the temperature by a few degrees per minute.
This argument is incomplete since he said nothing about the nature of the object receiving the focused energy. The total heat delivered by the mirror is not the point. What is important is the size of the image produced by the mirror and the characteristics of the surface being heated, particularly as to how it absorbs and conducts heat. in the ideal case of a perfectly black surface which loses no heat, then the surface temperature will rise to the same temperature as that of the Sun. This is well above the flash-point of wood which as all readers of Science Fiction know is "Fahrenheit 451". All children know that they can set fire to a piece of wood with a magnifying glass. They can do this because the small image of the Sun, which focuses on the wood acquires a high temperature; that amount of heat delivered is of lesser consequence.
Stavroudis addressed himself to the wrong problem and, even so, came up with an incorrect answer. K.D. Mielenz pointed out that Stavroudis's view was negated by experiments done by George Louis LeClerc, Comte de Buffon, in 1747. Buffon recognized that the real problem was the one of having a variable focal length and so the mirror must be an array of individual adjustable elements. What does such an array do to the image quality? The answer is "surprisingly little". Let us look at Buffon's own numbers. He assumed a mirror of 400 feet radius of curvature and a diameter of 10 feet. Such a spherical mirror will produce an image of the Sun about two feet in diameter. if the mirror is made of plane elements of diameter d, then the image is increased in size by about d.
If the elements are six inches in diameter then the two foot image is smeared out to two and one half feet.
Buffon assembled 168 mirrors 8 in. by 10 in adjusted to produce the smallest image 150 feet away. The array turned out to be a formidable weapon. At 66 feet 40 mirrors ignited a creosoted plank and at 150 feet, 128 mirrors ignited a pine plank instantly. in another experiment 45 mirrors melted six pounds of tin at 20 feet.
If there is doubt about Buffon's experiment consider the following newspaper report from 1975: (probably 1973)
A Greek scientist, Dr. Ioannis Sakkas, curious about whether Archimedes could really have used a "burning glass" to destroy the Roman fleet in 212 BC lined up nearly 60 Greek sailors, each holding an oblong mirror tipped to catch the Sun's rays and direct them at a wooden ship 160 feet away. The ship caught fire at once.....Sakkas said after the experiment there was no doubt in his mind the great inventor could have used bronze mirrors to scuttle the Romans
There seems to be ample evidence that the optics to do this was well known to Archimedes who was apparently centuries ahead of his time in this as in many other areas of science.
E.A. Phillips pointed out that the Science Fiction writer, Arthur C. Clarke, has the last word in his story "A Slight Case of Sunstroke". A South American country sends 50000 well trained soldiers as a cheering section with their soccer team as a big international game. Each soldier has an expensive aluminized program two feet square. When a biased referee makes an unfavorable call, a bugle sounds and 50000 well-trained programs are raised. Zap!
The burning of the Ships, Thesaurus Opticus, Alhazen
The study of Mills and Clift
Mills and Clift considered the reflective surface that is required to concentrate energy enough to ignite wood in 50 m distance. Their conclusion is:
This calculation necessitated an initial investigation of the way in which sunlight is reflected by a plane mirror when the divergence induced by the real angular diameter of the Sun is taken into account. it is established that the patch of reflected sunlight is always greater in size than the mirror, and so (apart from reflection loss) must always be of less intensity than the incident radiation. This patch becomes essentially circular when the equivalent 'f number' of the system is >or=500. its diameter is then given by 0.009* separation between mirror and receiving surface, with the intensity controlled by the area of the mirror. As a result of this divergence, the reflectivity of bronze mirrors, and the angles involved, it is concluded that the combined effort of some 440 men, each wielding a 1 m2 metal mirror, would only just begin to ignite a 1*0.5 m area of a wooden hull at a distance of 50 m. This is such a poor use of manpower and resources that it is concluded this classic story is no more than a myth. Nevertheless it appears that a much smaller minor corps-say 50 men- could inflict severe burns upon selected enemy personnel. A A Mills and R Clift,Reflections of the 'Burning mirrors of Archimedes'. With a consideration of the geometry and intensity of sunlight reflected from plane mirrors, Eur. J. Phys. 13 (November 1992) 268-279
An Experiment was recently performed in Germany (Osnabrück, Bramsche-Kalkriese) in 15 September 2002. it was possible with 500 persons carrying mirrors (each 45cm*45cm ) to ignite a sail of a ship in 50 meter distance in seconds with an estimated 100 KW at the focal point. The visitors of the event called “Mythen & Magie” (Myths and Magic) were excited by the success of the experiment who were instructed by the German Engineer Peter Richter how to align the mirrors. The calculations were performed by the physicist Jörg Buchholz.
My opinion is that there is some truth in the Story of Archimedes and the burning mirrors, it is not fiction but we do not know the exact details of this story. Archimedes was a legend because he produced with the claw (or iron hand), the largest ever buildCatapults in antiquity and the burning mirrors amazing war machines for his time. The interesting story is that he finally was not so interested in these devices among which devices similar to the Antikythera planetarium, but he was mainly proud for his mathematical discoveries, maybe because he knew that technology changes and evolves but mathematical truths remain true forever. Was it a practical weapon or a special case used in Syracuse? The Romans took all the military technology they could from the Greeks. There is also the example of the repeating Ballista technology from the Greeks that was known to the Romans but the machine was too complex. So it is possible that for the same reason the use of the technique of Archimedes, his burning mirrors, was not used.
Carlo Rubbia and Archimedes
Recently Carlo Rubbia the Nobel Physics prize winner proposed in Sicily the use of 360 Parabolic mirrors for the production of electric energy from solar energy. Such devices are used in many places, but Rubbia proposed some new ideas and called the project "Archimedes". Even if the idea of Archimedes is not used as a weapon today it is used for the electric energy production.
See also:

EXTRACT OF MR. DUTEN’S INQUIRY INTO THE ORIGIN OF THE DISCOVERIES ATTRIBUTED TO THE MODERNS

...Some o the inventions of this great man (Archimedes) have appeared so far to surpass human ability and imagination, that some celebrated philosophers have called them in question, and even gone so far as to pretend to demonstrate their impossibility. I intend in this chapter, to examine into the subject of the burning glasses, employed by Archimedes, to set fire to the Roman fleet, at the siege of Syracuse. Kepler, Naudeus and Descartes, have treated it as a mere fable, though the reality of it bath been attested by Diodorus Siculus, Lucian, Dion, Zonaras, Galen, Anthemius, Eustathias, Tzetzes and others. Nay, some have even pretended to demonstrate by the rules of catoptrics, the impossibility of it, notwithstanding the asseveration of such respectable authors, who ought to have prevented them from rejecting so lightly, a fact so well supported.
Yet all have not been involved in this mistake. Father Kircher attentively observing the description which Tzetzes gives of the burning glasses of Archimedes, resolved to prove the possibility of this; and having by means of a number of plain mirrors, collected the sun’s rays into one focus, he so augmented the solar heat, that at last by increasing the number of mirrors, he could produce the most intense degree of it. Tzetzes’ description of the glass Archimedes made use of, is indeed proper to raise such an idea as Kircher entertained. That author says, Archimedes set fire to Marcellus’ navy, by means of a burning glass, composed of small, square mirrors, moving every way upon hinges; which, when placed in the sun’s rays, directed them upon the Roman fleet, so as to reduce it to ashes, at the distance of a bow-shot. it is probable, Mr. de Buffon availed himself of this description, in constructing his burning glass, composed of one hundred and sixty-eight little plain mirrors, which produced so considerable a heat as to set wood in flames at the distance of two hundred and nine feet; melt lead, at that of one hundred and twenty; and silver, at that of fifty. Another testimony occurs, which leaves not the least doubt in this case. Anthemius, of Tralles, in Lydia, a celebrated architect, able sculptor, and learned mathematician, who in the emperor Justinian’s time, built the church of St. Sophia, at Constantinople, wrote a small treatise in Greek, which is extant only in manuscript, entitled, “Mechanical Paradoxes.” That work, among other things, has a chapter respecting burning glasses, where we meet with the most complete description of the requisites that Archimides must have been possessed of, to enable him to set lire to the Roman fleet. He begins with this inquiry, "How in any given place at a bow-shot’s distance, a conflagration may be raised by means of the sun’s rays ?“ And immediately lays it down as a first principle. “The situation of the place must be such, that the rays of the sun may be reflected upon it in an oblique, or even opposite direction, to that in which they came from the sun itself.” And he adds, “that the assigned distance being so considerable, it might appear at first impossible to effect this, by means of the reflection of the sun’s rays; but as the glory Archimides had gained by thus setting fire to the Roman vessels, was a fact universally agreed in, he thought it reasonable to admit the possibility of it, upon the principle he had laid down.” He afterward advances farther in this inquiry, establishing certain necessary propositions in order to come at a solution of it. “To find out therefore, in what position a plain mirror should be placed, to carry the sun’s rays by reflection to a given point, he demonstrates that the angle of incidence is equal to the angle of reflection; and having shown, that in so just a position of the glass, the sun’s rays might be reflected to the given place, he observes, that by means of a number of glasses, reflecting the rays into the same focus, there must arise the given place, the conflagration required, for inflaming heat is the result of thus concentrating the sun’s rays; and that when a body is thus set on fire, it kindles the air around it, so that it comes to be acted upon by the two forces at once; that of the sun, and that of the circumambient air, reciprocally augmenting and increasing the heat ;“ whence continues lie, “it necessarily results, that by a proper number of plain mirrors duly disposed, the sun’s rays might be reflected in such quantity into a common focus at a bow shot distance as to set all in flames around it.” “As to the manner of putting this in practice,” he says “it might be done by employing many bands to bold the mirrors in the described position; but to avoid the confusion that might thence arise, twenty-four mirrors at least, being requisite to communicate flame at such a distance, lie fixes upon another method, that of a plain hexagon mirror, accommodated on every side by lesser ones, adhering to it by means of plates, bands, or hinges, connecting them mutually together, so as to be moved or fixed at pleasure in any direction. Thus having adapted the large or middle mirror to the rays of the sun, so as to point them to the given place, it will be easy in the same manner to dispose the rest, so that all the rays together may meet in the same focus : and multiply compound mirrors of this kind, and giving them all the same direction, there must thence infallibly result, to whatever degree or intenses, the conflagration required at the place given.”
“The better to succeed in this enterprise, there should be in. readiness,” he adds, “a considerable number of these compound mirrors to act all at once, from four at least to seven.” He concludes his dissertation with observing, “that all the authors who mention the burning machine of the divine Archimedes, never speak of it as one compound mirror, but as a combination of many.” So large and accurate a description is more than sufficient to demonstrate the possibility of a fact, so well attested in history, and by such a number of authors, that it would be the highest arrogance to refuse our suffrage to such invincible testimony. Vitellion, who lived about the 13th century, speaks of a work of Anthemius of Tralles, who had composed a burning glass, consisting of twenty-four mirrors, which conveying the rays of the sun into a common focus, produced an extraordinary degree of heat. And Lucian, speaking of Archimedes, says,. “that at the siege of Syracuse, he reduced by a singular contrivance, the Roman ships to ashes.” And Galen, “that with burning glasses, he fired the ships of the enemies of Syracuse.” Zonoras also speaks of Archimedes’ glasses, in mentioning those of Proclus, who, he says, “burnt the fleet of Vitellius, at the siege of Constantinople, in imitation of Archimedes, who set fire to the Roman fleet at the siege of Syracuse.” He intimates, that the manner in which Proclus effected was by launching upon the enemies’ vessels, from the surface of reflecting mirrors, such a quantity of flame, as reduced them to ashes. Eustathias, in his commentary upon the iliad, says, that “Archimedes, by a catoptric machine, burnt the Roman fleet, at a bow shot's distance." insomuch, that there is scarcely any fact in history, warranted by more authentic testimony; so that it would be difficult not to surrender to such evidence, even although we could not comprehend how it were possible for Archimedes to have constructed such glasses: but now that the experiment of father Kircher, and Mr. de Buffon, have made it apparent, that nothing is more easy in the execution, than what some gentlemen have denied the possibility of; what ought they to think of the genius of that man, whose inventions even by their own accounts, surpass the conception of the most celebrated mathematicians of our days, who think they have done something very extraordinary, when they have showed themselves capable of imitating in some degree the sketches of those great masters, of whom, however, they are very unwilling to be thought the disciples!
Again, it appears that the ancients were acquainted with refracting burning glasses; for we find in Aristophanes’ comedy of the clouds, a passage which clearly treats of the effects of those glasses. The author introduces Socrates as examining Strepsiades, about the method he had discovered for getting clear forever of his debts. He replies, that” he thought of making use of a burning glass, which he bad hitherto used in kindling his fire; for,” says he,” should they bring a writ against me, I’ll immediately place my glass in the sun, at some little distance from the writ, and set it on fire.” Where we see he speaks of a glass which burned at a distance, and which could he no other than a convex glass. Pliny and Lactantius have also spoken of glasses that burnt by refraction. The former calls them balls or globes of glass, or crystal, which exposed to the sun, transmit a heat sufficient to set fire to cloth, or corrode away the dead flesh of those patients who stand in need of caustics; and the latter, after Clemens Alexandrinus, takes notice, that fire may be kindled, by interposing glasses filled with water, between the sun and the object, so as to transmit the rays to it.
German Reports
PRESSEMITTEILUNG
Archimedes-Test in Kalkriese gelungen: 500 Besucher spiegeln Segel in Brand
Teilnehmer und Zuschauer begeistert: „Spannend wie ein Krimi“ Bramsche-Kalkriese, 15. September 2002
Die Sonne ließ sich lange bitten, versteckte sich immer wieder hinter Wolken. Doch nach gut einer Stunde, um 14.06 Uhr, schallen laute Jubelrufe über das Gelände der Varusschlacht im Osnabrücker Land: Das Segel brennt. Den 500 teilnehmenden Besuchern der Veranstaltung „Mythen & Magie“ war es gelungen, mit 500 Spiegeln das Sonnenlicht zu reflektieren, zu bündeln und damit ein 50 Meter entferntes, 4 mal 5,5 Meter großes Segel in Brand zu setzen. Wissenschaft zum Mitmachen und Miterleben – die Besucher waren begeistert: „Spannend wie ein Krimi“.
Geduldig hatten die Teilnehmer des Experiments jeden kleinen Sonnenstrahl genutzt und auf Anweisung des 50-jährigen Ingenieurs Peter Richter aus Ostercappeln-Venne, dem Initiator des Archimedes-Tests „Spiegel wie in Syrakus“, die Spiegel immer wieder ausgerichtet und den Lichtpunkt auf das Segel konzentriert. Die Teilnehmer waren nach den Berechnungen von Diplom-Physiker Jörg Buchholz höhenversetzt in fünf Reihen zu einem Halbrund gruppiert worden. Mit den 45 mal 45 Zentimeter großen Kristallglasspiegeln in den Händen, gestiftet eigens für diesen Versuch von dem Georgsmarienhütter Unternehmer Günther Zierath (Firma Spiegel-Design), bildeten sie einen Hohlspiegel von 108 Grad. Das auf den Brennpunkt des Parabolspiegels ausgerichtete Sonnenlicht erreichte eine Energie von rund 100 Kilowatt. Gebündelt durch eine Fresnel-Linse und gesammelt auf einem Stück schwarzen Leinens, ließ das Sonnenlicht den unbehandelten Nesselstoff in Sekunden in Flammen aufgehen – wohl beobachtet von der Freiwilligen Feuerwehr Engter.
Das einmalige Experiment geht zurück auf eine historische Begebenheit: Der griechische Mathematiker, Mechaniker und Erfinder Archimedes hat nicht nur den Näherungswert für die Zahl Pi (= 3,141...) und den Auftrieb des Wassers entdeckt, er entwickelte auch zahlreiche Kriegsmaschinen, zum Beispiel Schleudern und Hebewerke, und er erfand den Brennspiegel – eine Technik, mit der noch heute alle vier Jahre das olympische Feuer entzündet wird.
Archimedes lebte von 285 bis 212 vor Christus in Syrakus, der bedeutenden griechischen Kolonie im heute italienischen Sizilien. Die Römer versuchten mehrfach, Sizilien zu erobern. Ein nach dem 1. Punischen Krieg geschlossenes Bündnis mit Rom zerfiel nach dem Tod des sizilianischen Herrschers Hieron dem Zweiten im Jahr 214 vor Christus, die Römer belagerten Sizilien und Syrakus, sie eroberten die Stadt 212 vor Christus, Archimedes kam dabei zu Tode. Die Legende erzählt, Archimedes habe mit Hilfe des von ihm erfundenen Brenn- oder Hohlspiegels und der Bürger von Syrakus die Segel der heran rollenden römischen Flotte in Brand gesetzt und die Schiffe damit kampfunfähig gemacht. Der Erfinder gruppierte der Überlieferung nach die mit Spiegeln ausgestatteten Syrakusaner auf einer Anhöhe zu einem großen Hohlspiegel, ließ sie mit den Spiegel das Sonnenlicht reflektieren und auf einen Brennpunkt lenken, so dass ein energiereicher, gebündelter Lichtstrahl entstand.
Ob dieser Versuch damals gelungen ist und die Segel tatsächlich brannten, ob dieses Experiment überhaupt gelingen kann, darüber sind die Chronisten von einst und die Wissenschaftler von heute geteilter Meinung. In Kalkriese jedenfalls hat der Archimedes-Test gestern geklappt. Auch Varusschlacht-Geschäftsführer Christian Jaletzke war begeistert: „Das machen wir zu den internationalen Römertage zu Pfingsten 2003 noch einmal“.
References
Simms, D.L., Archimedes and the Burning Mirrors. Technology and Culture, Vol. 18, No. 1, pp. 1-24
Experiment of Ioannis Sakkas: The Times 11-Nov-1973; The NY Times 11-Nov-1973; International Herald Tribune 8-Nov-1973; Newsweek 26-Nov-1973 (Information from Antreas P. Hatzipolakis)
E. Kreyszig, Archimedes and the invention of burning mirrors : an investigation of work by Buffon, in Geometry, analysis and mechanics (River Edge, NJ, 1994), 139-148
G L Huxley, Anthemius of Tralles, Cambridge, Mass., 1959.
LiNKS
See also:

Ο Αρχιμήδης και η καταστροφή του ρωμαϊκού στόλου




Με ποιόν τρόπο κατέστρεψε ο μεγάλος μαθηματικός της αρχαιότητος, ο Αρχιμήδης, τον ρωμαϊκό στόλο που πολιορκούσε τις Συρακούσες; Τα δύο άρθρα που ακολουθούν παρουσιάζουν μια νέα εκδοχή αυτής της ιστορίας μετά από έρευνες Ιταλού επιστήμονα, ο οποίος πιστεύει ότι έλυσε το μυστήριο.
ΔΕΕ
Τα "κανόνια" του Αρχιµήδη
Ο βοµβαρδισµός του ρωµαϊκού στόλου µε τη δύναµη του ατµού το 214 π.Χ.

Ιταλός επιστήµονας ισχυρίζεται ότι έλυσε το µυστήριο του τρόπου µε τον οποίο ο Αρχιµήδης χρησιµοποίησε τις ακτίνες του ήλιου προκειµένου να καταστρέψει τον ρωµαϊκό στόλο κατά την πολιορκία των Συρακουσών.
Ο καθηγητής Μηχανολογίας Τσέζαρε Ρόσι του Πανεπιστηµίου Federico ΙΙ της Νάπολης υποστηρίζει ότι ο Αρχιµήδης δεν χρησιµοποίησε κάτοπτρα για να εκµεταλλευτεί τις «φονικές ακτίνες» του ήλιου ώστε να πυρπολήσει τα ρωµαϊκά πλοία τον 3ο π.Χ. αιώνα, όπως αναφέρει ο θρύλος, αλλά απώθησε τους εισβολείς χρησιµοποιώντας... κανόνια ατµού.
Σε µελέτη του µε τίτλο «Τα κανόνια του Αρχιµήδη εναντίον του ρωµαϊκού στόλου;» ο Ρόσι αναπτύσσει τη θεωρία του: ο Αρχιµήδης, ένας από τους σηµαντικότερους µαθηµατικούς, µηχανικούς και φυσικούς της αρχαίας Ελλάδας, αντί να στρέψει µέσω των κατόπτρων το φως του ήλιου στα κινούµενα πλοία, είναι πιθανό να χρησιµοποίησε καθρέφτες προκειµένου να ζεστάνει νερό που βρισκόταν σε ειδικές δεξαµενές. Το νερό έβραζε και ο παγιδευµένος ατµός προκαλούσε την έκρηξη του όπλου, στέλνοντας «οβίδες» στους Ρωµαίους (1.500 χρόνια πριν γίνει γνωστή στην Ευρώπη η πυρίτιδα) και µάλιστα µε ταχύτητα άνω των 200 χλµ. ανά ώρα και βεληνεκές περίπου 150 µέτρα.
Ο Ρόσι πιστεύει ότι οι «οβίδες» ήταν πήλινες και περιείχαν «υγρό πυρ», µια µάζα από εύφλεκτα υλικά. Ετσι, η βολή προκαλούσε εκρήξεις και τελικά πυρπόληση των στόχων.
Η πολιορκία των Συρακουσών έγινε το 214 π.Χ., όταν η πόλη ανήκε ακόµα στην Ελλάδα. Η πόλη καταλήφθηκε έπειτα από 2 χρόνια και ο Αρχιµήδης δολοφονήθηκε. Σύµφωνα µε την παράδοση, κατά την κατάληψη της πόλης, έπειτα από προδοσία, ένας ρωµαίος στρατιώτης σκότωσε τον έλληνα επιστήµονα ενώ αυτός ήταν απασχοληµένος µε κάποιο γεωµετρικό πρόβληµα. «Μη µου τους κύκλους τάραττε», πρόλαβε να του πει ο Αρχιµήδης.
Η αντιµετώπιση των Ρωµαίων µε κάτοπτρα αποτελεί στην πραγµατικότητα έναν θρύλο των µεσαιωνικών χρόνων. Από τις αρχαίες πηγές, ο φυσικός και φιλόσοφος Γαληνός αναφέρει µια συσκευή πυρπόλησης που χρησιµοποιήθηκε εναντίον του ρωµαϊκού στόλου, η λεπτοµέρεια όµως µε τα κάτοπτρα απουσιάζει, όπως και σε όλη την αρχαία γραµµατεία.
Αντίθετα, ο Πλούταρχος κάνει αναφορά σε µια µακρόστενη µηχανή που ανάγκασε τους Ρωµαίους να εγκαταλείψουν την πολιορκία των Συρακουσών, ενώ άλλοι συγγραφείς αναφέρουν ένα κανόνι ατµού. Πολλούς αιώνες αργότερα, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι σχεδίασε ένα παρόµοιο κανόνι χαρακτηρίζοντάς το ως επινόηση του µεγάλου αρχαίου µαθηµατικού. Έτσι, είναι πολύ πιθανό τα κάτοπτρα του θρύλου να ήταν στην πραγµατικότητα κανόνια ατµού.


 

Πήραν σάρκα και οστά τα "κανόνια" του Αρχιμήδη

Ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς, μηχανικούς και φυσικούς του αρχαίου ελληνικού χώρου, ο Αρχιμήδης, κατασκεύασε πράγματι ένα ηλιακό κανόνι ατμού, που έριχνε φλεγόμενα βλήματα;
Έτσι υποστηρίζει ένας Ιταλός μηχανικός, που έχει στα χέρια του τα σχέδια ενός τέτοιου όπλου. Λέγεται ότι ο Αρχιμήδης κατασκεύασε εκπληκτικές πολεμικές μηχανές, από καταπέλτες μέχρι γιγάντιους γάντζους, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κατά των Ρωμαίων, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας των Συρακουσών, τον 3ο αι. π.Χ.
Μία από τις πιο αμφιλεγόμενες ιστορίες είναι ότι ο Αρχιμήδης έβαλε φωτιά στα ρωμαϊκά πλοία, ρίχνοντας τις ακτίνες του ηλίου πάνω τους με τη βοήθεια κοίλων καθρεφτών.
Οι σκεπτικιστές υποστηρίζουν πως ήταν αδύνατο οι καθρέφτες να εστιάσουν τις ηλιακές ακτίνες σε ένα κινούμενο πλοίο, ενώ ακόμα και αν γινόταν, η φωτιά θα άναβε σιγά σιγά και θα ήταν εύκολο να την σβήσει το πλήρωμα.
Σήμερα, ο Τσεζάρε Ρόσι από το Πανεπιστήμιο Φεντερίκο II της Νάπολης, παρουσιάζει ένα εναλλακτικό σενάριο.
Υποστηρίζει πως διάφοροι λόγιοι, μεταξύ των οποίων ο Πετράρχης και ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, είχαν γράψει πως ο Αρχιμήδης είχε εφεύρει ένα κανόνι, που χρησιμοποιούσε πεπιεσμένο ατμό για να δίνει ώθηση στο βλήμα και να πετιέται με μεγάλη ταχύτητα. Το 2006, μία ομάδα από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) κατάφερε να κατασκευάσει ένα τέτοιο κανόνι, ενώ οι δοκιμές στέφθηκαν με επιτυχία.
Ο Ρόσι εκτιμά πως το κανόνι ατμού μπορεί να εξηγήσει το θρύλο του καθρέφτη. Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα τέτοιο κανόνι θα μπορούσε να θερμανθεί από καθρέφτες που εστίασαν τις ηλιακές ακτίνες, ενώ τα βλήματα θα μπορούσαν να είναι κοίλα και γεμισμένα με ένα εύφλεκτο υγρό -ίσως ένα μείγμα θείου, βιτουμενίου, πίσσας και οξειδίου του ασβεστίου.
Ο Ρόσι προσπάθησε να φτιάξει ένα πιθανό σχέδιο του κανονιού. Παρόλο που η χρήση των καθρεφτών με αυτό τον τρόπο έμοιαζε μάλλον μη πρακτική, ο ίδιος δηλώνει πως οι Συρακούσιοι θα μπορούσαν να τους είχαν χρησιμοποιήσει για να αποφύγουν τα πυρά, καθώς τα κανόνια βρίσκονταν στα τείχη της πόλης, πάνω σε ξύλινες πλατφόρμες.
Ο Ρόσι υπολογίζει πως ένα βλήμα 20 εκατοστών σε διάμετρο είχε βάρος γύρω στα 6 κιλά και εκτινασσόταν από το όπλο, διανύοντας απόσταση 60 μέτρων/δευτερόλεπτο. Ένα όπλο, τοποθετημένο 10 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, το οποίο έριχνε πυρά σε γωνία 10 μοιρών προς τον ορίζοντα, είχε εύρος βολής γύρω στα 150 μέτρα.
Ιστορικοί, που ειδικεύονται στην αρχαία τεχνολογία, υποστηρίζουν πως η ιδέα είναι διασκεδαστική, αλλά αμφιβάλλουν ότι φτιάχτηκε τότε ένα τέτοιο όπλο.
Η Σεραφίνα Κουόμο από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, αναφέρει πως δεν υπάρχουν στοιχεία που να πείθουν ότι ο Αρχιμήδης χρησιμοποίησε κανόνια ατμού. Σύμφωνα με την ίδια, η φήμη του Αρχιμήδη τα μεσαιωνικά χρόνια οδήγησε τον Ντα Βίντσι και άλλους λόγιους να του αποδώσουν όλες τις εντυπωσιακές εφευρέσεις που είχαν ακουστά.
«Ο Αρχιμήδης έγινε το ημι-μυθικό είδωλο ενός επιστήμονα, που ήταν ικανός να κατασκευάζει απίστευτα όπλα,» προσθέτει η ίδια.
Η Τρέισι Ριλ από το βρετανικό Πανεπιστήμιο του Σουάνσι, τονίζει πως ο Ρόσι δεν εξηγεί γιατί τα κοίλα πήλινα βλήματα δεν κομματιάζονταν με την εκπυρσοκρότηση. Οι καταπέλτες ήταν ένας πιο πρακτικός τρόπος εκσφενδόνισης φλεγόμενων βλημάτων.

Ο τελευταίος υπέρμαχος του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού



Το 300 π.χ. περίπου ο Μιθριδάτης ο 1ος ίδρυσε το βασίλειο του Πόντου με πρωτεύουσα την Αμάσεια. Το βασίλειο αυτό με το πέρασμα του χρόνου εξελίχθηκε σε μια δυνατή αυτοκρατορία.

Όταν το 120 π.χ. πήρε μετά το θάνατο του πατέρα του, την εξουσία ο σημαντικότερος βασιλέας του Πόντου ο Μιθριδάτης ο 6ος επονομαζόμενος και Ευπάτορας. Ο Μιθριδάτης ο ΣΤ' υποστήριζε πως είναι απόγονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μάλιστα στα νομίσματα που είχε εκδώσει (φώτο) απεικονιζόταν με την μορφή του Μέγα Αλέξανδρου.

Ο Μιθριδάτης ο ΣΤ' ήταν μια προικισμένη προσωπικότητα που προσπάθησε να εκφράσει την ύστατη ελληνική αντίσταση στο ρωμαϊκό επεκτατισμό. Κατάφερε να προβάλλει τον εαυτό του ως τον υπέρμαχο του Ελληνισμού και του απελευθερωτή των Ελλήνων από το ρωμαϊκό ζυγό.

Υποκίνησε κοινωνική εξέγερση των ελληνικών πόλεων που βρισκόταν υπό ρωμαϊκή κατοχή. Ήταν ένας μεγάλος πολεμιστής, στις πρώτες του εκστρατείες προσάρτησε την Κολχίδα και στην Ταυρική Χερσόνησο στο κράτος του. Μετά από τις πρώτες του επιτυχίες, ο Ευπάτορας αποφάσισε να εκδιώξει τους Ρωμαίους από τη Μικρά Ασία.

Οι Ρωμαίοι εκμεταλλευόμενοι την διάσπαση του ελληνικού κόσμου σε αντιμαχόμενα βασίλεια και δημοκρατίες, κατάφεραν να κυριαρχήσουν αρχικά στη Μεγάλη Ελλάδα, να θέσουν υπό τον έλεγχό τους την κυρίως Ελλάδα στην Βαλκανική Χερσόνησο και να επεκταθούν και στη Μικρασιατική Χερσόνησο.

Ο Μιθριδάτης ο Ευπάτορας προσπάθησε να αποτρέψει τις εξελίξεις αυτές και κήρυξε το 88 π.Χ. τον πόλεμο κατά των Ρωμαίων. Οι περισσότερες ελληνικές πόλεις της δυτικής Μικράς Ασίας συμμάχησαν μαζί του. Επίσης, πλήθος πόλεων στη Νότια Βαλκανική, όπως η Αθήνα, συνετάχθηκαν με τον Μιθριδάτη ελπίζοντας στην απελευθέρωση τους.

Το 88 π.Χ. ο Μιθριδάτης οργάνωσε τη μεγάλη σφαγή των Ρωμαίων και Ιταλών εμπόρων στη Μικρά Ασία. Πιθανολογείται ότι κατά τη σφαγή που ονομάσθηκε "Εσπερινός της Εφέσου" εξοντώθηκαν περίπου 80.000 άτομα. Έτσι άρχισε ο 1ος Μιθριδατικός πόλεμος.

Οι Ρωμαίοι αντέδρασαν στέλνοντας στρατό με στρατηγό το Σύλλα. Αξιοσημείωτη υπήρξε η άμυνα της Αθήνας και του Πειραιά το 86 π.Χ. Ο Σύλλας δεν δίστασε να καταστρέψει τους πλατάνους που βρίσκονταν στην Ακαδημία του Πλάτωνα, ούτε να κόψει τα δέντρα του Άλσους του Απόλλωνα Λυκείου προκειμένου να κατασκευάσει πολιορκητικές μηχανές. Η άλωση της Αθήνας χαρακτηρίστηκε από πρωτοφανείς βαρβαρότητες κατά του πληθυσμού, ενώ στον Πειραιά καταστράφηκαν οι λιμενικές εγκαταστάσεις, όπως οι Νεώσοικοι.

Ο Πρώτος Μιθριδατικός Πόλεμος τελείωσε το 85 π.Χ. με τη συνθήκη που συνήφθη στη Δάρδανο του Ελλησπόντου. Ο Μιθριδάτης υποχρεώθηκε να παραδώσει το στόλο του και να πληρώσει μεγάλη πολεμική αποζημίωση.

Ο Δεύτερος Μιθριδατικός Πόλεμος άρχισε το 83 π.Χ. όταν οι Ρωμαίοι εισέβαλλαν αιφνιδιαστικά στον Πόντο. Ο πόλεμος αυτός έληξε με την απώθηση των Ρωμαίων και τη νίκη του Μιθριδάτη.

Το 74 π.Χ. άρχισε ο Τρίτος Μιθριδατικός πόλεμος. Αρχικά τα Ποντιακά στρατεύματα νίκησαν τους Ρωμαίους στη Χαλκηδόνα, απέναντι από το Βυζάντιο. Στη συνέχεια ο Μιθριδάτης ηττήθηκε από τον Λούκουλλο έξω από την Κύζικο. Υπέστη ακόμα δύο ήττες. Το τελικό πλήγμα θα το δώσει ο Πομπήιος. Σημαντική βοήθεια στους Ρωμαίους είχαν προσφέρει και οι Πάρθοι.

Ο Μιθριδάτης κατέφυγε στη Κριμαία. Από εκεί άρχισε να σχεδιάζει εισβολή στην Ιταλία μέσω του Δούναβη. Έχει όμως εγκαταλειφθεί και από τον Τιγράνη, τον τελευταίο του σύμμαχο βασιλιά της Αρμενίας, ο οποίος συνθηκολόγησε με τους Ρωμαίους και αποσύρθηκε.

Η εξέγερση των στρατευμάτων του με επικεφαλής τον γιο του Φαρνάκη Β θα θέσει τέρμα στις επιδιώξεις του. Αδυνατώντας να αυτοκτονήσει λόγω του ότι είχε εθίσει τον εαυτό του στα δηλητήρια, θα διατάξει έναν Γαλάτη μισθοφόρο να τον θανατώσει. Το σώμα του στάλθηκε στον Πομπήιο, ο οποίος το έθαψε στο βασιλικό νεκροταφείο της Σινώπης.

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Φιλισταίοι, Έλληνες, Ισραήλ




Φιλισταίοι, Έλληνες, Ισραήλ
Αμφιβάλλω αν υπάρχει κάποιος Έλληνας που δεν έχει ακούσει ή διαβάσει την ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ! Ο νεαρός βοσκός που με όπλο μια σφεντόνα τα έβαλε και νίκησε τον γίγαντα Γολιάθ. Ο Γολιάθ ήταν Φιλισταίος. Λίγο η ιστορία του, λίγο κάποια άλλα περιστατικά και οι Φιλισταίοι έχουν περάσει στην ιστορία ως ένας βάρβαρος, βίαιος, επιθετικός λαός που καταπίεζε τους γείτονες του. Στα αγγλικά μάλιστα η λέξη Philistine χαρακτηρίζει αυτόν που αγαπά μόνο την ύλη και δεν έχει την αίσθηση της ομορφιάς, της λεπτότητας, της αγάπης για την τέχνη ή για τις υψηλότερες πνευματικές αλήθειες και αρετές, ο αγροίκος, μπορούμε να πούμε. Είναι αυτή η πραγματική εικόνα; Μια σύντομη αναφορά σε αυτούς είναι ενδιαφέρουσα, ειδικά για εμάς καθώς υπάρχει και ελληνική διάσταση στο θέμα. Ας ρίξουμε λοιπόν μια γρήγορη ματιά σε αυτόν τον περίφημο λαό, τους Φιλισταίους. Οι γνώσεις μας προέρχονται κυρίως από δυο πηγές, την Αγία Γραφή και την αρχαιολογία.
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, οι Φιλισταίοι ήταν ξαδέλφια με τους Αιγυπτίους και αδέλφια με τους Καφθορείμ, δηλαδή τους κατοίκους της Καφθόρ (Γένεση 10.14). Μάλιστα ο προφήτης Ιερεμίας αναφέρει ότι και αυτοί ζούσαν κάποτε στην Καφθόρ πριν μετακομίσουν στην Παλαιστίνη (Ιερεμίας 47.4). Ποιά είναι η Καφθόρ; Οι αρχαιολόγοι δεν είναι απόλυτα σίγουροι. Κάποιοι την ταυτίζουν με την Κύπρο, κάποιοι με περιοχές της Μικράς Ασίας. Η επικρατέστερη όμως άποψη είναι ότι Καφθόρ είναι η Κρήτη. Οπότε λοιπόν οι Φιλισταίοι κατοικούσαν κάποτε στην Κρήτη και ήταν αδελφός λαός με τους εκεί κατοίκους, δηλαδή τους Μινωίτες ή τους Ετεοκρήτες (αυτόχθονες Κρήτες) όπως του ονόμαζαν αργότερα οι Έλληνες. Ούτε οι Ετεοκρήτες ούτε οι Φιλισταίοι ήταν φυσικά Έλληνες. Η γραμμική Α' που έχει ανακαλυφθεί στην Κρήτη και μάλλον ήταν η γραφή της γλώσσας των Ετεοκρητών δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί ακόμη, σε αντίθεση με την γραμμική Β' που είναι αρχαία μορφή ελληνικών και που προέρχεται από την εποχή που οι Έλληνες Μυκηναίοι είχαν αρχίσει να κυριαρχούν στην Κρήτη.
Πότε ακριβώς οι Φιλισταίοι αποίκησαν την Παλαιστίνη δεν γνωρίζουμε. Στην Αγία Γραφή αναφέρονται από τον καιρό το Αβραάμ, δηλαδή γύρω στο 1800 π.Χ. Πολλοί αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι έφτασαν αργότερα, γύρω στο 1200 π.Χ. ύστερα από αποτυχημένη εισβολή στην Αίγυπτο. Η πρώτη εκδοχή μου φαίνεται πιο πειστική. Οι Μινωίτες ήταν θαλασσοκράτορες για αιώνες στις αρχές και τα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ. και θα ήταν απίθανο αν οι συγγενείς τους, οι Φιλισταίοι, να μην είχαν πατήσει το πόδι τους στην κοντινή και σχετικά ανοχύρωτη Παλαιστίνη. Οπότε το 1800 π.Χ. ή και αρχαιότερα φαίνεται σωστό και απλά οι αριθμοί τους να αυξήθηκαν με εισροή άλλων εποίκων το 1200 π.Χ. όπως υποστηρίζουν οι αρχαιολόγοι. Η εποίκηση τους σχηματίστηκε γύρω από πέντε πόλεις κοντά στη θάλασσα τις Γάζα, Άζωτο, Ασκάλων, Ακκαρών, Γαθ, όλες στη νότια Παλαιστίνη.
Σε αντίθεση με τους Μινωίτες που ήταν επί το πλείστον φιλήσυχοι, οι Φιλισταίοι είχαν ανεπτυγμένη την πολεμική τέχνη. Για αρκετά μεγάλο διάστημα είχαν μονοπώλιο στη χρήση του σιδήρου στην Παλαιστίνη και αυτό τους έδινε την κυριαρχία απέναντι στους πολυπληθέστερους γείτονες τους αν και οι ίδιοι ήταν σχετικά ολιγάριθμοι. Με την εξασθένιση της επιρροής της Αιγύπτου στην περιοχή εξαπλώθηκε η δική τους, και από το 1200 π.Χ. κυριάρχησαν πέρα από τα νότια παράλια προς το βορρά και προς την ορεινή ενδοχώρα όπου κατοικούσαν οι Ισραηλίτες τους οποίους και ταλαιπώρησαν ιδιαίτερα. Εκτός από την ιστορία του Γολιάθ που χρονολογείται γύρω στο 1050 π.Χ. υπάρχει και η κάπως αρχαιότερη ιστορία του Ισραηλίτη Σαμψών με την σαγηνεύτρα Φιλισταία Δαλιδά. Αποκορύφωμα ίσως της εξουσίας των Φιλισταίων ήταν η μάχη του όρους Γελβούε όπου όχι μόνο διαλύθηκε ο στρατός του Ισραήλ, αλλά σκοτώθηκε ο βασιλιάς του Σαούλ μαζί με τους τρεις γιούς του (Α’ Σαμουήλ 31.1-13).
Με την άνοδο του Δαβίδ στο θρόνο του Ισραήλ μετά τον θάνατο του Σαούλ οι Ισραηλίτες ισορρόπησαν και νίκησαν τους Φιλισταίους αλλά δεν φαίνεται να υπέταξαν ποτέ τη γη τους. Ο Δαβίδ αναγνωρίζοντας τις πολεμικές τους αρετές και ίσως θέλοντας να προστατεύσει τον εαυτό του από τυχόν εσωτερικές προστριβές προσέλαβε Φιλισταίους για να αποτελούν την προσωπική του φρουρά (Α’ Βασιλέων 1:38,44). Μετά το τέλος της βασιλείας του Σολομώντα, γιου του Δαβίδ, το βασίλειο του Ισραήλ χωρίστηκε στα δυο και οι Φιλισταίοι ανέκτησαν πάλι ισχύ και συνέχισαν να ταλαιπωρούν τους Ισραηλίτες αν και δεν έφθασαν ξανά στα επίπεδα δύναμης που είχαν νωρίτερα. Με τον καιρό έχασαν την εθνική τους ταυτότητα και υιοθέτησαν τη γλώσσα και τα έθιμα των γύρω σημιτικών φυλών και από τον 5ο αιώνα π.Χ. και μετά δεν εμφανίζονται ως ξεχωριστή εθνότητα.
Πέρα από τις πολεμικές τους αρετές και τεχνολογία οι Φιλισταίοι δεν ήταν τόσο αγροίκοι όσο θεωρούνται. Ο ναός τον οποίο κατέστρεψε ο Σαμψών πεθαίνοντας στη διαδικασία και ο ίδιος, πρέπει να ήταν ένα ιδιαίτερα αξιόλογο κτίριο καθώς μόνο η οροφή του χωρούσε τρεις χιλιάδες άτομα (Κριτές 16:27) και στηριζόταν σε δυο κύριες κολόνες (Κριτές 16:29), διόλου μικρό αρχιτεκτονικό επίτευγμα. Η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως αρκετά στοιχεία που δείχνουν ότι όντως είχαν ανεπτυγμένο πολιτισμό και καλά οργανωμένη κοινωνία.
Η Ελληνική Διάσταση
Οι αρχαιολόγοι και ιστορικοί έχουν αναρωτηθεί κατ' επανάληψη για την εθνικότητα των Φιλισταίων και πολλοί πιστεύουν ότι είχαν ελληνικές ρίζες. Δύο είναι οι λόγοι. Πρώτο, μια αιγυπτιακή αναφορά τους τοποθετεί σε συμμαχία με άλλες φυλές κάποιες από τις οποίες ίσως να ήταν ελληνικές. Δεύτερο, στις ανασκαφές που έχουν γίνει στις πόλεις των Φιλισταίων έχουν βρεθεί πάμπολλα μυκηναϊκά αγγεία, και κάποια από αυτά, τα γνωστά δίχρωμα, είχαν κατασκευαστεί επί τόπου. Μάλιστα κάποιοι έχουν προσπαθήσει να βρουν ελληνικές ετυμολογίες για τις λίγες λέξεις της γλώσσας των Φιλισταίων που έχουν σωθεί. Έτσι ο Γολιάθ γίνεται Γαλεάτης, οι Σεράνοι (κυβερνήτες των πόλεων) τύραννοι κλπ. Αυτές οι ετυμολογίες είναι κάπως τραβηγμένες, ενώ και η Αγία Γραφή λέει ξεκάθαρα ότι οι Φιλισταίοι ήταν συγγενείς των Αιγυπτίων και Ετεοκρητών, όχι των Ελλήνων. Αλλά είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι Φιλισταίοι που κατοικούσαν κυρίως στα παράλια είχαν πολύ στενές επαφές με τους Έλληνες και ότι πιθανότατα Μυκηναίοι έποικοι να κατοικούσαν ανάμεσα στους Φιλισταίους ως τεχνίτες και σίγουρα και ως έμποροι από πολύ νωρίς στην ιστορία τους. Αυτό εξηγεί την αιγυπτιακή αναφορά που είδαμε παραπάνω καθώς και τα πάμπολλα μυκηναϊκά αγγεία.
Αυτή η στενή σχέση ανάμεσα στους δύο λαούς μάλλον αναπτύχθηκε αφού οι Έλληνες κατέλαβαν την Κρήτη, και επίσης από την Κύπρο και χρονολογείται από πολύ νωρίς, ίσως από τον 15ο αιώνα π.Χ. Καθώς οι Φιλισταίοι ήταν συγγενείς με τους Ετεοκρήτες είχαν στενή επαφή με την Κρήτη και την Κύπρο. Όταν οι Έλληνες κατέκτησαν την Κρήτη και ενώθηκαν με τους Ετεοκρήτες, οι επαφές συνεχίστηκαν αλλά πλέον με ξεκάθαρη ελληνική χροιά. Καθώς οι Μυκηναίου Έλληνες έχτισαν τη δική τους θαλασσοκρατορία, έφτασαν και στις ακτές της Παλαιστίνης και συνεργάστηκαν πολιτισμικά με τους Φιλισταίους με τους οποίους είχαν ήδη οικοδομήσει στενούς δεσμούς μέσω Κρήτης.
Παρά τους στενούς δεσμούς οι Φιλισταίοι παρέμεινα ξεχωριστός λαός από τους Έλληνες και όταν αρκετούς αιώνες αργότερα ο Μέγας Αλέξανδρος πέρασε από εκεί οι Γάζα αντιστάθηκε σθεναρά και καταστράφηκε.
Η Ιστορία δεν τελειώνει εκεί
Αν και οι Φιλισταίοι χάνουν την ξεχωριστή εθνική τους ταυτότητα σταδιακά γύρω στον 5ο αιώνα π.Χ., οι απόγονοι τους συνέχισαν να ζουν στα νότια παράλια της Παλαιστίνης. Με την έλευση του Χριστιανισμού πολλοί έγιναν Χριστιανοί και ανάμεσα τους και αρκετοί ηγέτες της εκκλησίας των πρώτων αιώνων και της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Το αν οι Παλαιστίνιοι σήμερα έχουν άμεση καταγωγή από αυτούς είναι άλλο θέμα, λίγο δύσκολο να απαντηθεί.

Φιλισταίοι οι "ξεχασμένοι" Έλληνες της Παλαιστίνης




Η προέλευση της ονομασίας της Παλαιστίνης είναι πολύ παλαιά, στην πραγματικότητα είναι πάνω από τριών χιλιάδων χρόνων. Το όνομα Παλαιστίνη προέρχεται από τους Φιλισταίους που είναι ελληνικό φύλο με καταγωγή από τους Αχαιούς από τη Μικρά Ασία και τα νησιά του αιγαίου πελάγους. Έφθασαν στη νότια ακτή της Παλαιστίνης σε διάφορα κύματα. Μια ομάδα έφθασε στις αρχές της ιστορικής περιόδου και εγκαταστάθηκε στη Γάζα. Μια άλλη ομάδα, προήλθε από την Κρήτη αφού είχε πρώτα απωθηθεί
από τον Ράμσι ΙΙΙ το 1194 π.Χ. από μια απόπειρα εισβολής που είχαν κάνει στην Αίγυπτο. Αυτή η ομάδα των Κρητών κατέλαβε τη νότια παράκτια περιοχή, όπου ίδρυσαν πέντε πόλεις στην παράκτια πεδιάδα.
Οι Φιλισταίοι ίδρυσαν αυτές τις πέντε πόλεις, και κάθε μια κυβερνιόταν από ένα βασιλιά όπως ήταν η συνήθεια των πόλεων κρατών στον ελληνικό κόσμο.Αυτές οι πόλεις ονομάστηκαν ΝκάΘ (η Πατρίδα του Γολιάθ), Αστόθ, Έκρον, Γάζα, και Ασκάλον.
Η γη των Φιλισταίων ονομαζόταν από τους Εβραίους «νεγέβ των Χερεθί», φράση η οποία σημαίνει «νότος των Κρητών» ακριβώς λόγω της κυρίαρχης παρουσίας των Φιλισταίων στην περιοχή. Σύμφωνα με τις λίγες επιγραφές που έχουν μείνει, κατά το 630 π.Χ. οι Φιλισταίοι είχαν χάσει την ελληνική τους γλώσσα και μιλούσαν Αραμαϊκά.Όμως με την ελληνιστική περίοδο, η ελληνική παρουσία και γλώσσα επανεμφανίζονται στην Παλαιστίνη. Η ελληνιστική περίοδος διάρκεσε στην Παλαιστίνη κατά την περίοδο 332-63 π.χ. Η επαρχία της Γαλιλαίας, όπως και οι γειτονικές επαρχίες της Δεκαπόλεως και της Περαίας, ήταν κατά την εποχή εκείνη πλήρως εξελληνισμένες. Οι εξελληνισμένες πόλεις της Γαλιλαίας και ευρύτερα της Παλαιστίνης παρέμεναν ακμάζουσες και κατά την εποχή του Χριστού. Αν και οι πόλεις ευρίσκονταν υπό Ρωμαϊκή διοίκηση, το ελληνικό στοιχείο εξακολουθούσε να είναι κυρίαρχο και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ήταν ελληνικής καταγωγής και οι Φιλισταίοι που μετονομάστηκαν Παλαιστίνιοι, είχαν ξανά εξελληνιστεί.
Με την κάθοδο του χριστιανισμού, οι Έλληνες της Παλαιστίνης, αλλά και οι Παλαιστίνιοι, όπως και οι κάτοικοι της Συρίας, της Ιορδανίας, και του Λιβάνου, έγιναν χριστιανοί. Όταν διαιρέθηκε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η Παλαιστίνη, όπως και όλες οι άλλες χώρες της περιοχής, έγιναν μέρος του Βυζαντίου. Κατά συνέπεια, οι Παλαιστίνιοι αλλά και μεγάλο μέρος των κατοίκων της Συρίας, του Λιβάνου, και της Ιορδάνιας έγιναν Ελληνορθόδοξοι χριστιανοί.

Με την εμφάνιση του Ισλάμ, και τις επιδρομές των Αράβων από την έρημο της Αραβίας, το Βυζάντιο έχασε αυτές τις περιοχές στους μουσουλμάνους Άραβες. Οι Άραβες επέβαλαν τη θρησκεία τους και τη γλώσσα τους στις χώρες που κατέκτησαν. Έτσι μαζί με τη μουσουλμανική θρησκεία, η περιοχή αυτή υιοθέτησε και την αραβική γλώσσα, και σε πολύ μικρό διάστημα ο πληθυσμός αραβοποιήθηκε.

Όμως όχι όλοι οι κάτοικοι της Παλαιστίνης και των γύρω χωρών έγιναν μουσουλμάνοι. Αρκετοί παρέμειναν Ορθόδοξοι χριστιανοί, αν και έχασαν τη γλώσσα τους και μιλούν μόνο αραβικά. Κατά τη διάρκεια της οθωμανικής περιόδου, αυτοί όλοι οι αραβόφωνοι Ελληνορθόδοξοι χριστιανοί, ονομάστηκαν Ρωμιοί Ορθόδοξοι (Rum Orthodox) από τους Τούρκους, όπως το ίδιο και οι Έλληνες. Από τότε οι αραβόφωνοι κάτοικοι της Παλαιστίνης αλλά και όλης της Μέσης Ανατολής, αποκαλούνται και αυτοαποκαλούνται Rum Orthodox, δηλ. Ρωμιοί Ορθόδοξοι και όχι μόνο ως Άραβες. Σίγουρα "Ρωμιοί" δεν είναι μόνο οι Ελλαδίτες κι οι Ελληνοκύπριοι. Οι αραβόφωνοι Rum Orthodox, είναι οι τελευταίοι εναπομείναντες Βυζαντινοί στη Μέση Ανατολή.