Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

Διαφωτισμός – Ρομαντισμός: παράγοντες που διαμόρφωσαν τις αντιλήψεις των Ελλήνων για το παρελθόν

Οι Έλληνες στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν εθνική συνείδηση επικαλέστηκαν την Αρχαιότητα, απ’ όπου θα αντλούσαν τα στοιχεία που θα επιβεβαίωναν ότι είναι απευθείας απόγονοι των ένδοξων αρχαίων Ελλήνων. Μάλιστα, θεώρησαν ότι πολεμώντας τους Τούρκους συνέχιζαν τον αγώνα των προγόνων τους εναντίον της Περσικής βαρβαρότητας. Τους αρχαίους Έλληνες και τον πολιτισμό τους πρόβαλαν οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι της εκπαιδευτικής, εκδοτικής και πολιτιστικής κίνησης, η οποία ονομάστηκε, κατ’ αναλογία με τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Στο πλαίσιο αυτό οι ομάδες αυτές καλλιέργησαν τα ελληνικά γράμματα και αναβίωσαν την κλασική Αρχαιότητα διαμορφώνοντας ένα είδος προεθνικής συνείδησης, ίσως μια πρόδρομη μορφή της Μεγάλης Ιδέας, η οποία πρέσβευε τον «φωτισμό» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το ελληνικό πνεύμα και την αποκατάσταση της βυζαντινής συνέχειας.


Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός ορίζεται το πνευματικό κίνημα που εμφανίστηκε στα μέσα του 18ου αι. και το σύνολο των πνευματικών εκείνων και συνειδησιακών φαινομένων της νέας ελληνικής ιστορίας, όσα συμβαδίζουν με τη γενική προαγωγή του Ελληνισμού, και πριν από τη συνθήκη του Κιουτκούκ Καϊναρτζή, αλλά και, ιδίως, μετά, και των οποίων φυσική απόληξη πρέπει να θεωρήσουμε την Ελληνική Επανάσταση . Το κίνημα στηρίχθηκε στις μεταφράσεις των έργων του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού, ενώ οι ριζοσπαστικές τάσεις και το ανερχόμενο αίτημα αυτού για δημιουργία έθνους – κράτους επηρέασαν τις πιο προοδευτικές τάσεις του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, όπως προκύπτει μέσα από το έργο του Ρήγα και του Κοραή. Ο Ρήγας Φεραίος (1757-1798) αποτελεί βασικό εκπρόσωπο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο οποίος επηρεάστηκε σημαντικά από τη Γαλλική Επανάσταση και τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό. Στόχος του έργου του ήταν η εθνική αφύπνιση και η απελευθέρωση των Βαλκανίων. Ακόμη, οραματιζόταν την ίδρυση μιας δημοκρατίας με κυρίαρχο το ελληνικό στοιχείο, αλλά και την ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Π. Κιτρομηλίδη η συνάντηση με το κριτικό πνεύμα του Montesquieu καλλιεργεί στη συνείδηση του Ρήγα την αγάπη προς την ελευθερία και του υποβάλλει ως χρέος τη μετάφραση του Πνεύματος των Νόμων «προς όφελος του Γένους. Στο πλαίσιο αυτό το έργο του απέκτησε κατά κύριο λόγο πολιτικό χαρακτήρα. Ο Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833) με το σημαντικό σε όγκο έργο του βοήθησε περισσότερο από κάθε άλλο στο να ξεδιαλύνουν οι ριζοσπαστικές προθέσεις και στήριξε την ιδέα διεκδίκησης εθνικού κράτους και είχε την πεποίθηση ότι η ίδρυση ανεξάρτητης ελληνικής πολιτείας ήταν αποτέλεσμα παιδείας, εθνικής συνείδησης και πολιτικής πράξης.

Έτσι, το διανοητικό περιβάλλον μέσα στο οποίο διαμορφώθηκε η ιστορική σκέψη και μάλιστα η εθνική ιδεολογία είχε διαμορφωθεί πολύ πριν από την Επανάσταση του 1821 από τις ιδεολογικές επινοήσεις περί της Αρχαιότητας του Ελληνικού Έθνους που επεξεργάστηκαν οι φορείς του Νεοελληνικού Διαφωτισμού μέσα από τη επαφή τους με τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Στο πλαίσιο αυτό αναδείχθηκαν οι πολιτικές και φιλοσοφικές αξίες της ελληνικής κλασικής αρχαιότητας και καλλιεργήθηκε η νεοελληνική ιστορική συνείδηση και ταυτότητα. Μάλιστα, οι αρχαίοι Έλληνες και ο πολιτισμός του έγιναν το σταθερό σημείο αναφορών των Νεοελλήνων Διαφωτιστών. Κάτω από αυτές τις επιρροές οι Έλληνες ταυτίστηκαν περισσότερο με την πολιτισμένη Δύση και απομακρύνθηκαν από την «βαρβαρότητα» και την «τυραννία» της Ανατολής.

Η καθαρά ιστοριογραφική παραγωγή της εποχής του ελληνικού Διαφωτισμού εκτός από μεταφράσεις Ευρωπαίων ιστορικών, περιλαμβάνει και πρωτότυπα έργα, τα οποία αποκαλύπτουν τη θέση της ελληνικής ιστοριογραφίας απέναντι στο θέμα. Ανάμεσα στα πιο αξιόλογα αναφέρουμε: α) τα δύο έργα του Γρ. Παλιουρίτη: Επίτομη Ιστορία της Ελλάδας (Βενετία 1807) και Αρχαιολογία Ελληνική (Βενετία 1817). β) τα κεφάλαια που πρόσθεσε ο Δ. Αλεξανδρίδης στη δεύτερη έκδοση της μετάφρασης της Ιστορίας της Ελλάδας του Γκόλντσμίθ (Βιέννη 1807) και γ) το δοκίμιο Απολογία Ιστορικοκριτική (Τεργέστη 1814).

Συνεπώς, η ελληνική εθνική και ιστορική συνείδηση είχε πρωτίστως τις καταβολές τις στους λαμπρούς αρχαίους προγόνους. Όμως, η αναζήτηση της αδιάλειπτης συνέχειας και η αποκατάστασή της στην Αρχαιότητα, άφηνε απέξω μια ενδιάμεση μεγάλη ιστορική περίοδο, το Βυζάντιο. Σύμφωνα με τον Π. Κιτρομηλίδη η βυζαντινή πολιτεία και ιστορία, απαξιωμένη πλήρως τα χρόνια εκείνα στο λόγο των Ευρωπαίων και Ελλήνων διαφωτιστών ως εποχή σκοταδιστική , θεοκρατική και δεσποτική, θα παραμείνει μέχρι και τα μισά του 19ου στη σιωπή, χωρίς να συμπεριληφθεί στην ελληνική ιστορία: το Βυζάντιο, καθώς θεωρούνταν, σύμφωνα με τους δυτικούς και τους δυτικότροπους λόγιους, ότι ανήκει στη «βάρβαρη» Ανατολή, δεν θα μπορούσε να έχει καμία σχέση με τις αξίες και τα ιδεώδη που αντιπροσώπευε για τους Νεοέλληνες (και Ευρωπαίους) η κλασική Αρχαιότητα. Αυτή η στάση που στήριξαν οι εθνικοί ιστορικοί δεν έδειχνε συνάδει με την επιθυμία να διατρανωθεί η ιστορική συνέχεια του έθνους, καθώς η αποδοχή της νεοτερικής αντίληψης για τον ιστορικό χρόνο υποστήριζε τη γραμμική διαδοχή των ιστορικών περιόδων αποκλείοντας και απαξιώνοντας κάποιες βασικές από αυτές, όπως ήταν η μακεδονική και η βυζαντινή. Αυτό ήταν αποτέλεσμα του ότι θεωρούνταν εποχές παρακμής για το ελληνικό έθνος και υποδούλωσης σε δεσποτικά καθεστώτα, τα οποία είχαν καταλύσει τους φιλελεύθερους θεσμούς των αρχαίων ελληνικών πόλεων.

Το κίνημα του Ρομαντισμού εμφανίστηκε κατά τα τέλη του 18ου αι. και άνθησε κυρίως στα μέσα του 19ου αι. μέσα σε ένα κλίμα άνθησης των εθνικών ιδεών και σε μια περίοδο που ιδρύονταν τα εθνικά κράτη. Το κίνημα αυτό έθεσε στο επίκεντρο των ιδεολογικών ενδιαφερόντων την έννοια του έθνους και συνέβαλε καθοριστικά στη συγκρότηση του αντικειμένου και του προσανατολισμού της ελληνικής ιστοριογραφίας.

Ο ρομαντικός ιστορισμός αποτέλεσε το κυρίαρχο ιστοριογραφικό υπόδειγμα του 19ου αιώνα και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τους θεμελιωτές της ελληνικής ιστοριογραφίας. Οι εμπνευσμένοι από το Ρομαντισμό ιστορικοί πίστευαν ότι η μελέτη του παρελθόντος έπρεπε να αποτελεί μέσο κατανόησης του παρόντος και πρόβλεψης του μέλλοντος. Ακόμη, πρέσβευαν ότι η αναφορά στο έθνος και στην ιστορία του δίνει νόημα στα φαινόμενα του παρελθόντος. Επιπλέον, στο πλαίσιο του ρομαντικού ιστορισμού, ερμήνευσαν τα ιστορικά γεγονότα χρησιμοποιώντας ως σταθερά το «έθνος», δηλαδή την αναλλοίωτη αρχή οργάνωσης των κοινωνιών. Έτσι, η ανθρώπινη ιστορία ταυτίστηκε με την εθνική ιστορία. Μάλιστα, διατυπώθηκε η άποψη ότι η μελέτη του Μεσαίωνα θα βοηθούσε στην ανακάλυψη της "ουσίας" του έθνους, η οποία ενσαρκώνεται στην "ψυχή του λαού" και είναι εμφανής μέσα από τις εκδηλώσεις των αγροτικών πληθυσμών. Συνεπώς, ο Ρομαντισμός έδωσε έμφαση στο Μεσαίωνα, και στο  Ελληνικό Βυζάντιο ,το οποίο είχε υποβιβαστεί από το Διαφωτισμό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου