Δευτέρα 26 Απριλίου 2010

Η πρόσληψη του ελληνικού πολιτισμού από τη γερμανική επιστήμη τον 19ο αιώνα και ο αντίκτυπός της στις ελληνικές σπουδές


Η Γερμανία τον 19ο αιώνα έστρεψε το ενδιαφέρον της στον αρχαίο ελληνικό κόσμο προκειμένου να εξυπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες.Με τον τρόπο αυτό επηρέασε την ιστορική έρευνα.Αυτό προκύπτει μέσα από το μεγάλο αριθμό μελετών που παρουσιάζουν την αρχαία ελληνική ιστορία στα γερμανικά

Για τους Γερμανούς η αρχαία Ελλάδα αντικατόπτριζε ύψιστο παράδειγμα ελευθερίας και διατήρησης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών κάθε πόλης – κράτους. Τα γερμανικά κρατίδια έβλεπαν στη συσχέτισή τους με τον αρχαιοελληνικό κόσμο τη δυνατότητα να ενοποιηθούν σε ενιαίο εθνικό κράτος και να διαμορφώσουν τη γερμανική εθνική συνείδηση. Αυτή η πολιτική και εθνική ανάγκη των Γερμανών τους οδήγησε στην επανεξέταση του θέματος γύρω από τη θέση της ελληνικής αρχαιότητας. Για το λόγο αυτό επικαλέστηκαν τις πόλεις κράτη πριν από τον 4ο αιώνα και τη Μάχη στη Χαιρώνεια (338 π.Χ.).Οι πόλεις αυτές διατηρούσαν την αυτονομία τους συναποτελώντας ταυτόχρονα το κοινό ελληνικό έθνος. Έτσι και οι Γερμανοί επιδίωκαν την ένωση των μικρότερων κρατιδίων τους κάτω από μια κοινή ηγετική δύναμη. Πολλοί Γερμανοί μελετητές ασχολήθηκαν με την ελληνική ιστορία με αποτέλεσμα να εκδοθούν πολυάριθμα συγγράμματα σχετικά με την ελληνική ιστορία και να γίνει τελικά η διάκριση ανάμεσα στην κλασική φιλολογία και την αρχαία ιστορία. Σύμφωνα με τον Morris το παράδειγμα του ελληνικού πολιτισμού  ήταν η αιτία που απέδωσε φαινόμενο στο στόχο της γερμανικής ηγεσίας να αντιμετωπίσει τη γαλλική και πολιτική υπεροχή. Η Γερμανία στηριζόταν στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, ενώ αντίστοιχα η Γαλλία ήταν στραμμένη στην αρχαία Ρώμη, της οποίας πίστευε ότι αποτελούσε συνέχεια.

Ανάμεσα στους πρώτους διανοούμενους που έστρεψαν τη μελέτη τους στα κλασικά γράμματα ήταν ο Μαρτίνος Κρούσιος (15ος -16ος αι.). Δίδαξε τόσο στα αρχαία όσο και στα νέα ελληνικά και άνοιξε το δρόμο για πολλούς Γερμανούς επιστήμονες. Ένας από αυτούς τους μελετητές ήταν ο Κάρολος Κρουμπάχερ, ο οποίος με το έργο του θέλησε να δείξει ότι η μεσαιωνική ελληνική γραμματεία δεν συνιστούσε απλά και μόνο ένα παράρτημα της αρχαιότητας. Υποστηρίζοντας τη μακραίωνη συνέχεια των Ελλήνων αντιτάχθηκε στα όσα διατύπωσε ο Ιάκωβος Φίλιππος Φαλμεράγιερ, ο οποίος πίστευε ότι οι Έλληνες έχουν πάψει να υπάρχουν από την πρώτη μετά Χριστόν Χιλιετηρίδα και την κάθοδο των Σλάβων και των Αλβανών. Ακόμη, στο πλαίσιο της μελέτης του συνέβαλε στο να καταστούν αυτόνομες οι Βυζαντινές σπουδές. Μάλιστα, υπήρξε ο ιδρυτής του κλάδου των Βυζαντινών σπουδών. Άλλοι διανοούμενοι που μελέτησαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ήταν ο A. Elissen και ο W. Wagner.

Οι Γερμανοί διανοούμενοι του 19ου αιώνα λειτούργησαν καθοριστικά στην επικράτηση του ελληνικού πολιτισμού ως μοναδικού στην παγκόσμια ιστορία. Μάλιστα συνέβαλαν καταλυτικά στην αναγνώριση του ως κοιτίδα για τον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτισμό. Η συστηματική δε μελέτη της κλασικής αρχαιότητας την κατέστησε ως τη βάση της γερμανικής εθνικής εκπαίδευσης. Στο πλαίσιο όλων αυτών δημιουργήθηκε η επιστήμη της αρχαιογνωσίας, η οποία καθιερώθηκε στην Ελλάδα μέσα από τις φιλολογικές σπουδές και τα σχολικά βιβλία. Ακόμη, η επιρροή των Γερμανών υπήρξε ουσιαστική όχι μόνο για την ιστορία και την ποίηση, αλλά και για την αρχιτεκτονική, τη θρησκεία, τη λαογραφία, τη φιλολογία και τα εκπαιδευτικά προγράμματα των ανθρωπιστικών επιστημών.

Η επικράτηση του ρομαντισμού κατά τον 19ο αιώνα έκανε κυρίαρχες τις έννοιες του λαού και του έθνους, οι όποιες την περίοδο αυτή ταυτίζονταν. Για τη Δυτική Ευρώπη η μελέτη του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού εξυπηρέτησε σε αυτή τη χρονική στιγμή εθνικά και πατριωτικά ζητήματα. Ωστόσο, για την Ελλάδα τα πράγματα ήταν διαφορετικά, καθώς η μελέτη αυτή αποσκοπούσε στον καθορισμό του ιδεολογικού και ιστορικού μέλλοντος του νέου κράτους. Από αυτή τη μελέτη προέκυψε η επιστήμη της λαογραφίας. Η επιστήμη αυτή αρχικά επεδίωκε να διατυπώσει περίτρανα και να επιβεβαιώσει την καταγωγή των νεότερων Ελλήνων από τους αρχαίους. Στη συνέχεια, και αφού διατράνωσε την αδιάλειπτη συνέχεια των Ελλήνων από την Αρχαιότητα, άρχισε να κινείται περισσότερο ελεύθερα. Θεμελιωτής και ιδρυτής αυτής της νέας επιστήμης ήταν ο Νικόλαος Πολίτης.







































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου